- τετραπλασιεπιτέταρτος
- τετρα-πλασι-επι-τέταρτος, 4 + 1/4 mal so groß (4 : 17)
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
τετραπλασιεπιτέταρτος — times as great masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τετραπλασιεπιτέταρτος — ον, Α Ο τέσσερεις και 1/4 φορές μεγαλύτερος. [ΕΤΥΜΟΛ. < τετραπλάσιος + ἐπιτέταρτος] … Dictionary of Greek